Σύγχρονος συνθέτης, παραδοσιακός μουσικός ή rock star; Ο Goran Bregovic αποτελεί για πολλούς την ψυχή της Βαλκανικής μουσικής …
Ο Goran Bregovic είναι από μόνος του μια πολύχρωμη ιστορία. Ξεκίνησε ως ένας σημαντικός ροκ σταρ στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στη συνέχεια συνέχισε να γράφει μουσικές βραβευμένες ταινίες, να συνθέτει ορχήστρες και να γίνει ένας κορυφαίος εκθέτης της τσιγάννικης βαλκανικής μουσικής -αν και ο ίδιος δεν είναι τσιγγάνος-.
Μέχρι και σήμερα έχει πουλήσει περισσότερα από έξι εκατομμύρια άλμπουμ και έχει συνεργαστεί σχεδόν με όλα τα μεγάλα ονόματα, από τον Iggy Pop έως τον Scott Walker, έως τον αείμνηστο Rachid Taha.
«Ο βαλκανικός πολιτισμός είναι ένας συνδυασμός κιτς, βίας και υπερβολικά θερμαινόμενων συναισθημάτων, μιας κουλτούρας που έχει παρακαμφθεί από την όπερα και τη συμφωνική μουσική» έχει δηλώσει ο ίδιος αρκετές φορές δημόσια. «Η μουσική είναι η ουσία της προσωπικής μου ζωής, με τον ίδιο τρόπο που βλέπω τις κόρες μου, μια όμορφη καταιγίδα στη θάλασσα ή μια στιγμή με φίλους» .
Γεννήθηκε στο πολυεθνικό Σαράγεβο της πρώην Γιουγκοσλαβίας στις 22 Μαρτίου 1950, από πατέρα Κροατοβόσνιο και μητέρα Σερβοβόσνια. Έχει παραδεχτεί πως η πιο σημαντική περίοδος της ζωής του ήταν το 1968 – 69 που έφυγε από την πρώην Γιουγκοσλαβία για πρώτη φορά και έπιασε δουλειά ως μουσικός σε στριπτίζ μπαρ στη Νάπολη. Την περίοδο αυτή θα εμφανιστούν o Eric Clapton και το βρετανικό συγκρότημα των Cream και ο ίδιος θα εμπνευστεί σημαντικά παίζοντας τα τραγούδια τους.
Η μουσική καριέρα του ξεκίνησε σε ηλικία 16 ετών, ως μπασίστας του ροκ συγκροτήματος «Bestije». Συνέχισε, τρία χρόνια αργότερα, με τους «Kodeks» και το 1971 εντάχθηκε στο αντεργκράουντ τρίο «Mica, Goran and Zoran». Το 1974 ίδρυσε τους «Bijelo Dugme» («Λευκό Κουμπί»), ένα από τα πιο δημοφιλή και επιδραστικά συγκροτήματα της Γιουγκοσλαβίας μέχρι τη διάλυσή τους το 1988.
Η στροφή του προς τον κινηματογράφο έγινε το 1977, όταν συνέθεσε τη μουσική της κωμωδίας του Zdravko Randic «Leptirov oblak». Η συνεργασία του με τον συμπατριώτη σκηνοθέτη Emir Kusturica ήταν αυτή που απογείωσε την καριέρα του και τον έκανε γνωστό και εκτός των γιουγκοσλαβικών συνόρων. Έγραψε τη μουσική για τις ταινίες του Kusturica «Time of the Gypsies» (Ο καιρός των τσιγγάνων, 1988), «Arizona Dream» (1993), από το οποίο ξεχώρισε το τραγούδι «In the Death Car» με τη φωνή του Iggy Pop και «Underground» (1995), με τη συμμετοχή της Cesaria Evora.
Από τις υπόλοιπες μουσικές του για τον κινηματογράφο ξεχωρίζουν τα soundtrack των ταινιών «Queen Margot» (Βασίλισσα Μαργκό, 1994) του Patrice Chéreau, «Shekvarebuli kulinaris ataserti retsepti» (Χίλιες και μία συνταγές ενός ερωτευμένου μάγειρα, 1996) της Nana Dzhordzhadze και «A Serpent’s Kiss» (Το φιλί του ερπετού, 1997) του Philippe Rousselot. Από τις προσωπικές του δουλειές εκείνης της ιδιαίτερα παραγωγικής περιόδου για τον συνθέτη ξεχωρίζουν τα άλμπουμ «P.S.» (1996), το live «Silence of the Balkans» (1998) και το «Ederlezi» (1999).
Το 2000 κυκλοφόρησε τη συλλογή «The Songbook» με ένα απάνθισμα της μέχρι τότε δουλειάς του, το 2002 το άλμπουμ «Tales and Songs from Weddings and Funerals» και το 2007 επανεμφανίστηκε με το άλμπουμ «Karmen (With a Happy End)». Το 2009 έγραψε τη μουσική του βιογραφικού ντοκιμαντέρ «Mustafa» για τον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας, Κεμάλ Ατατούρκ, και κυκλοφόρησε το live άλμπουμ «Alkohol», με προσκεκλημένους τους Gipsy Kings και τον ελβετό ρόκερ Stephan Eicher. Στα άλμπουμ του «Champagne for Gypsies» (2012) και «Three Letters from Sarajevo» (2017) συνεργάστηκε με καλλιτέχνες, όπως ο αλγερινός Rachid Taha και ο ισραηλινός Asaf Avidan.
Στην σκηνή τα τελευταία χρόνια του αρέσει να καθηλώνει τον κόσμο, πλέκοντας τα πνευστά των Τσιγγάνων μουσικών με κρουστά, και τις Βουλγάρικες πολυφωνίες με χορωδία από αντρικές φωνές. Συνήθως ντύνεται στα λευκά και προτιμά να κάθεται ανάμεσα σε ένα ενισχυτή, ένα υπολογιστή και μια ηλεκτρική κιθάρα. Για περισσότερα από είκοσι χρόνια, έδωσε συναυλίες σε όλες τις ηπείρους, ξεπερνώντας τις 1500 εμφανίσεις.
«Το σημαντικότερο στην σκηνή είναι να διασκεδάζει ο κόσμος», έχει πει. «Προέρχομαι από το rock and roll, οπότε αυτό είναι κάτι που το είχα μέσα μου. Αυτοί οι άνθρωποι που μου δίνουν τον χρόνο τους, ενώ θα μπορούσαν να κάνουν ένα εκατομμύριο διαφορετικά πράγματα. Να πλένουν τα αυτοκίνητά τους, να παίζουν με τα παιδιά τους ή να παρακολουθούν ποδόσφαιρο. Οι δύο ώρες αφιερώνουν στις εμφανίσεις μου θα πρέπει να περάσουν καλά. Μόνο και μόνο για αυτό προσπαθώ να είμαι καλός».
Στην προσωπική του ζωή, ο Goran Brecovic είναι παντρεμένος από το 1993 με τη Βόσνια καλλονή Τζενάνα Σουτζούκα, με την οποία έχει αποκτήσει τρεις κόρες. Ο ίδιος μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στις κύριες κατοικίες του στο Βελιγράδι και το Παρίσι και κυρίως στην ιδιαίτερη πατρίδα του στο Σαράγεβο.